Προλογος

Ποιητικές Συλλογές που δεν πρόλαβα να εκδώσω τότε που γράφαμε ακόμα ποίηση, όλοι μαζί σε μισοφωτισμένα δωμάτια. Ολη μου η ιστορία είναι εδώ. Από το 1987 μέχρι το 2000, οπότε η ποίηση σταμάτησε να είναι για μένα αποτελεσματική (η ποίηση ενίσχυε το Εγώ μου, που είχα αποφασίσει να αποδυναμώσω για χάρη της αγάπης), όλες οι περιπλανήσεις της ψυχής μου, από το σκοτάδι στο φώς κι από το Μεγάλο Ανέβασμα (το δεύτερο βιβλίο μου το 1987) μέχρι την πικρή πεζότητα μιας καθημερινής ζωής στην επαρχία.
Επειδή γεννήθηκα Σεπτέμβρη του 1967, είμαι όλοι μου οι Σεπτέμβρηδες . Αυτή είναι η εξήγηση του τίτλου.
Ψάξτε για τους κρυμμένους κώδικες του λόγου μου και τη μουσική του και την εικόνα του γιατί το λόγο αυτό σας τον μεταφέρω ως πολυθέαμα.
Κάποιες τεχνικές γραψίματος έχουν χρησιμοποιηθεί εδώ και μπορεί να ξενίσουν, όπως η αυτόματη γραφή και το cut-up. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιώ λέξεις με βάση τη μουσική αρμονία και τη ρυθμική συνοχή που μπορεί να έχουν μεταξύ τους στον προφορικό λόγο. Τα φωνήεντα προσφέρουν την αρμονία και τα σύμφωνα το ρυθμό.
Τα πιο παράξενα γραπτά μου, πρέπει να απαγγελθούν για να γίνουν κατανοητά.

Σεπτέμβρης και οι SPACE BEATNICKS Ι


Η Τέχνη Του Πώς Να Πετάς Καλά

Ι

«Μην ξεχάσεις να κλείσεις την πόρτα»
Είπε
«φοβάμαι μήπως πέσει το σπίτι»
Ολη μέρα τίναζε χαλιά
Κι η σκόνη έμπαινε στο στόμα μου
Όταν ξύπνησα
βρισκόμουν σ’ ένα λιβάδι με χλόη
Η μικρή Ολλανδέζα
ούρλιαζε για βοήθεια
Της έκλεισα το στόμα
«θα βρέξει γάλα» είπα
«βάλε νερό για τσάι»
κι άρχισα να μαζεύω τα λουλούδια.
Χρόνια αργότερα
έκλεισα την πόρτα
και πήδηξα στην ταράτσα
«Θα χρειαστείς πυξίδα»
είπε
«για να μάθεις την πόλη από ψηλά».
Όμως είχα ήδη σπουδάσει την τέχνη της αλογόμυγας.
Χαρτογράφησα την πόλη σε ανύποπτο χρόνο
ταξιδεύοντας στα σφιχτά καπούλια
μιας γαλάτισσας φοράδας
Η τοσοδούλα χωριάτισα…
«Θα σε κάνω μια χαψιά»
Της είπα
«μη σπαταλάς την ώρα σου χαζεύοντας.
Στη διπλανή κορφή γίνεται κατολίσθηση».

ΙΙ

Το τηλέφωνο βούιζε…
«Ο κύριος και η κυρία Πηχτηρίδου
έβγαλαν βόλτα το σκυλάκι τους»

-Θα μετανιώσεις πικρά
γι αυτά που είπες.
-Ξέρω… Μήπως κι ο Ναπολέοντας δεν
ήταν ένα κακομαθημένο παιδί;

Στρίμωξα μια κατσαρίδα
στη γωνιά της κουζίνας
Ξέχασα αναμμένο το φως

Στα πρώτα διόδια πληρώσαμε
Εκατό δραχμές



Ο Ιησούς Βομβάρδισε Τη Νύχτα

Ι

Εβγαλε
ένα στιλέτο μέσα στη βροχή (προσπάθησε ν’ αμυνθείς)
Εβγαλε

Μια παρτίδα σκάκι μες απ’ το πουκάμισό του
Πόδια μπουκάλια
(οι μαύρες ημέρες του πολέμου)
Εβγαλε

Πηγμένο αίμα από γενειάδα ημερών
Οι αναλύσεις έδειξαν: τύφλωση, AIDS, καρκίνο
και πληγωμένες φαντασιώσεις
Έβγαλε

Αρχαίες σκελίδες πορτοκάλι
από τη μούχλα του προσώπου
(νύχτα, η βροχή έκαιγε κι είπα να μείνω σπίτι απόψε)
Το καπέλο μου, στη λάσπη βουτηγμένο
είναι το Τατζ Μαχάλ
Στον οχετό έλαμψε
ο αρουραίος της αλήθειας
κι ένα μποτιλιάρισμα στο δρόμο
καθυστέρησε τη μεγάλη πομπή
(έρχομαι, γεμάτος όνειρα, αναμνήσεις και φάτσα μπαρουτοκαπνισμένη)
Εβγαλε.

Ένα κοπάδι άσπρα άλογα
πετάχτηκαν από τα μαλλιά του
αναστατώνοντας τους περαστικούς
έξω από το ερειπωμένο - ατσάλι και μπετόν – μέγαρο
(εγώ είπα: θλιβερή κατάληξη!)
Εβγαλε

Φτερά στην πλάτη
(ο τελευταίος μεγάλος οσιομάρτυρας φούσκωσε απ’ το κακό του)
Εβγαλε
Μια σελίδα ημερολογίου

ΙΙ

Ο Ιησούς:
ονειροφάγος και οπιομανής
Ο Αρχιεπίσκοπος:
έκφυλος και μανιώδης συλλέκτης γυναικείων εσωρούχων
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίίίίας
Η Δημοκρατία του Προέδρου
Ο Πρωθυπουργός και το Υπουργικό Συμβούλιο
Οι Δυνάμεις Ασφαλείας
Χωρίς αυτούς το έθνος θα ήτο ένας κώλος

Μισώ τα κουνουπίδια και τους εφοριακούς
Ο Καλλιγούλας, ένας δημόσιος υπάλληλος
Μόλις έμαθε να παίζει μπιλιάρδο
Πουτανόσπορος
Και την επόμενη μέρα,
ο Ιησούς Βομβάρδισε τη Νύχτα

ΙΙΙ

Σκουπίδια, σκουπίδια, σκουπίδια…


Το Δέντρο

Γνώρισα ένα δέντρο, μου είπε:
«είσαι νεκρός»
και δεν ήταν η πρώτη φορά
που μου έλεγαν κάτι τέτοιο
Γνώρισα ένα δέντρο
φύτρωνε  στον αέρα
με τα παιδιά του χωμένα στα σύννεφα
«τρώω αεροπλάνα»
ή κάτι τέτοιο μου είπε
«έχεις πεθάνει εδώ και ώρα, δούλε»
Το ξέρω.
Είναι φοβερά αντιεπιστημονικό
Ένα δέντρο να μιλάει
Το ξέρω.
Να όμως που κι οι νεκροί μπορούν


Ένα έγκλημα μετά το δείπνο

Χάραξα δρόμους υπογείου
Και τι έγινε με την όσφρησή μου;
Χάθηκε σ’ έναν παράδεισο ψευδών αρωμάτων
Κι έτσι έμεινε η μύτη,
μόνη της ν’ ατενίζει τον ορίζοντα
μες στο απόλυτο σκοτάδι
Σίγουρα, πρέπει να σταματήσω να καπνίζω

Και τα χέρια;
Ολόκληρα ποτάμια υγρών φαντασιώσεων
ρέουν μέσα από τα δάχτυλα
Ας αφήσουμε κατά μέρος τη νηστεία και την προσευχή.
Να δεχτούμε επιτέλους τα μηνύματα
μιας άσεμνης πραγματικότητας

Εγώ προτείνω,
Ένα πολυτελές δείπνο
Επίσης προτείνω
Ένα ιδιαίτερα ειδεχθές έγκλημα.
Κι έπειτα, τι άλλο απομένει
Από ένα ολονύχτιο χορευτικό ντελίριο;


ΖΟΟ

Ζυγωματικά
στη στρατόσφαιρα
Παλάμες
Ψαλμωδίες
Παφλασμοί
Απαλές οπίου μυρωδιές
Η σίτιση των φιδιών απόψε απαιτεί,
αυτενέργεια, μεγάλη τόλμη και αποφασιστικότητα
Δε χάνεσαι σ’ ένα κλουβί τόσο εύκολα
Κι οι μαϊμούδες;
Τι
Θα γίνουν
Οι μαϊμούδες;

Σωματικά πλάσματα αναπαριστάνουν
με βδελυγμία
την εσωτερική μου ατελείωτη ανησυχία
ο ζαλισμένος κοριός
αναλαμβάνει πάλι τα καθήκοντά του
Αλλαλάζοντας
οι ουρές πετούν εδώ κι εκεί
σα φτερωτά χάδια αιλουροειδών
Εικόνες σφάλλουν ανεπανόρθωτα
ανίκανες να σαλπάρουν
προς το μεγάλο
όλο κίνηση
λιμάνι της κεφαλής μου




Κλασσικές Ιστορίες
(στο Βιμ Βέντερς)

Περπατώντας κάτω
στη Γκουτεμβέργια οδό
συνάντησα την ιερή μου βλακεία
Ο κούκος τότε
μου χτύπησε την πόρτα μ’ ένα κοντσέρτο
φωνάζοντάς μου
«κούκου! Μέθυσες πάλι ανίκανε!»
κι ο άνθρωπος πού ‘βλεπε τηλεόραση
έγινε
το κτήνος της αναχρονισμένης παρουσίας
κι όλοι φοβήθηκαν
κι έτρεξαν να κρυφτούν πίσω απ’ την τέταρτη κυρία των τιμών
ενώ ο Λουδοβίκος ο δέκατος τέταρτος
έψαχνε ακόμα τον πατέρα του
στην άκρη του θόλου
με το Μικελάντζελο και
τον Πικάσο
σε μια τοιχογραφία της Κνωσσού
κι εγώ ξυπνούσα
στην τεράστια πολιτεία
τινάζοντας δυο γύψινες φτερούγες
πριν βγω ξανά στο δρόμο
με το σκηνοθέτη τ’ ουρανού
και τον Κομφούκιο.




Με Γαλλική Προφορά

«κόλλα στον τοίχο»
Είπε η φιγούρα
και πέταξε τα δαχτυλίδια της
«δε νοιάζεσαι για τίποτα»
και τα καρφιά στον τοίχο γίνανε κόκκινα…

Εχω ένα σπίτι
Ή μάλλον,
Δεν έχω ένα σπίτι
κι έχω να δω τη σκιά μου
πολύν καιρό
αφότου παίζω με το φως
στο σπίτι
από τότε που

«κόλλα στον τοίχο, σμίκρυνση»
μου είπε η φιγούρα
κι οι τρύπες
απ’ τα καρφιά στον τοίχο αποκτήσανε
γαλλική προφορά…




Με τις Αρκούδες

Στέρεα
οι τρελλοί κράτησαν την εξουσία
Σε νησί
έχω εξορίσει τους φόβους μου
Μίλια
προς τα πάνω θα πρέπει να σκαρφαλώσω
μέχρι να βρω νερό
Πυραμίδα
χτίζουν τα χέρια μου
αιωρούμενα στα σύννεφα
για να γλυστράω σαν πίθηκος
χύνοντας αίμα σ’ ένα παγόβουνο
και μέχρι να ‘ρθώ,
Στέρεα
οι τρελλοί θα κρατούν στην εξουσία

Αμμο – ώχ!
μου ρίχνεις στα μάτια
για να μπορέσω να δω και μετά
με μπουχτίζεις στο μέτωπο
βεγμένα πανιά
Χωρίς ο πυρετός να ‘χει πέσει καθόλου
το φεγγάρι
σηκώνει και κλείνει τρεις φορές το τηλέφωνο
Μέχρι να ‘ρθώ
οι μπαμπουίνοι θα τραβήξουν προς το Νότο
κι εσύ με τις αρκούδες στο Βορρά




Οι ναυτικοί στα καράβια έχουν γάτες

Ενας ποντικός καραβιών ολονύχτια
μυτιάζει, ξετρυπώνει, χαίρεται
Ενας ποντικός καραβιών
του χρόνου το χειμώνα,
ξεπλένεται
αφουγκράζεται βήματα στη γέφυρα
και πηδάει στις κάσες με το χασίς
για να κρυφτεί
Οι ναυτικοί στα καράβια έχουν γάτες
Οι ναυτικοί στις γάτες έχουν καράβια
Οι γάτες των καραβιών έχουν ναυτικούς
Οι καραβιές των νάτων έχουν γαυτικούς
Οι γαυτικοί των κάτων έχουν γαράβια
μπομ μπομ μπομ μπομ!
νιάου νιάου νιάρρρρ!

Οι γαυτικοί στα ναράβια έχουν κάτες




Σαρδάμ Μαστουρμπασιόν

Ο κύριος Αρπακόλλας μέδουσε το τσάνι του
Όπως λές –ο αρχιερέας,
φορούσε κωλοτρυπίδα- το έξοχο
νυφικό της έλαμπε
σαν νυξερό – περιστασιακή
συνωμοσία – όπως λες,
ο Λουδοβίκος ο δέκατος –








-τέταρτος




Προφύλαξη

Εκσπερματικός έλεγχος
σημαίνει
να μη γυρίσεις ποτέ ξανά
πίσω στο σπίτι.
Ετσι
μπορείς να γλυτώσεις
από πολλά δεινά
όπως:
σύφιλη
βλεννόρροια
λουμπάγκο